Οι πρόσφατες δηλώσεις εκπροσώπων της αντιπολίτευσης, που περιορίζονται στην καταβολή των συντάξεων πριν από το Πάσχα, αφήνοντας στο περιθώριο το πάγιο και διαχρονικό αίτημα για την επαναφορά της 13ης και 14ης σύνταξης, δεν προκαλούν έκπληξη σε όσους παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής.
Ενδεικτικές είναι οι τοποθετήσεις του Παναγιώτη Τσουκαλά από το ΠΑΣΟΚ και του Γιώργου Καράμερου από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι, αν και αναγνωρίζουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι συνταξιούχοι, δεν θέτουν ως άμεση προτεραιότητα την επαναφορά των δώρων. Το ΠΑΣΟΚ παραπέμπει αόριστα σε μια «σταδιακή αποκατάσταση», ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, στην πρόσφατη πρότασή του για την επαναφορά των δώρων στους δημοσίους υπαλλήλους, «ξέχασε» να συμπεριλάβει τους συνταξιούχους —μια επιλογή που αναπόφευκτα γεννά εύλογα ερωτήματα για τις πραγματικές του προθέσεις.
Ακόμη πιο ηχηρή είναι η σιωπή της Πλεύσης Ελευθερίας, η οποία, παρότι εμφανίζεται δημοσκοπικά ενισχυμένη, δεν έχει τοποθετηθεί επί του ζητήματος. Παρά την αναζήτηση σχετικής θέσης μέσω της επίσημης ιστοσελίδας του κόμματος, δεν εντοπίστηκε καμία απολύτως αναφορά, γεγονός που υποδηλώνει ότι το ζήτημα των συνταξιούχων δεν περιλαμβάνεται στις προτεραιότητές της.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνει με σαφήνεια μια γενικευμένη απροθυμία της συστημικής αντιπολίτευσης να στηρίξει ένα αίτημα που οι συνταξιούχοι επαναφέρουν με συνέπεια εδώ και χρόνια. Αντίθετα, επιλέγονται αποσπασματικές παρεμβάσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα, όπως η πρόωρη καταβολή των συντάξεων ενόψει εορτών, που περισσότερο παραπέμπουν σε κινήσεις εντυπωσιασμού παρά σε ουσιαστικές πολιτικές δεσμεύσεις.
Μέσα σε αυτό το πολιτικό τοπίο, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη το κίνημα των συνταξιούχων να επαναφέρει με σαφήνεια στο προσκήνιο το αίτημα για την αποκατάσταση των δώρων. Όχι ως μέτρο συγκυριακής ανακούφισης, αλλά ως υποχρέωση της Πολιτείας απέναντι σε μια κοινωνική ομάδα που επί δεκαετίες στήριξε το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας —ιδιαίτερα όταν για αυτές τις συντάξεις έχουν καταβάλει εισφορές οι συνταξιούχοι.